Κανείς δεν αμφισβητεί την αξία του να αισθανόμαστε όμορφα. Στην πραγματικότητα, φαίνεται πως τα τελευταία είκοσι χρόνια στην Αμερική έχει επικρατήσει ένα ανελέητο κυνήγι της πνευματικής διαύγειας με τελικό σκοπό την μόνιμη εγκατάσταση μιας ψυχικής κατάστασης ανάμεσα στην ικανοποίηση και την έκσταση.
Η κακή διάθεση είναι ένα εντελώς διαφορετικό θέμα. Οι αφορμές που δημιουργούν δυσάρεστα συναισθήματα έχουν χαρακτηριστεί ως αμαρτίες (οργή, εμπάθεια), αποκλείονται από τις ευγενικές συζητήσεις (ζήλεια, εκνευρισμός) και στιγματίζονται ως ανθυγιεινές (θλίψη, ντροπή). Καταπιέζουμε τα συναισθήματά μας, ψέγουμε τους εαυτούς μας γιατί τα νιώθουμε και κάνουμε διαλογισμό.
Καθώς αποστρεφόμαστε αυτά τα συναισθήματα, τα ονομάζουμε αρνητικά παρ’ όλο που αυτός ο ορισμός είναι ανακριβής. Τα συναισθήματα από τη φύση τους δεν είναι αρνητικά ή θετικά. Διακρίνονται ως τέτοια ανάλογα με το είδος του συναισθήματος που τα συνοδεύει. Κάτω από την επιφάνεια κάθε συναίσθημα συνεπάγεται μια σειρά από αλλαγές στα κίνητρα, στη φυσιολογία, στη συγκέντρωση, στην αντίληψη, στα «πιστεύω» και στη συμπεριφορά: η εφίδρωση, το γέλιο, η επιθυμία για εκδίκηση, η αισιοδοξία, η ανάκληση συγκεκριμένων αναμνήσεων. Κάθε συστατικό του συναισθήματος, έχει μια πολύ σημαντική συμβολή – είτε μας προετοιμάζει για να αναλάβουμε δράση (οργή), μας ωθεί να βελτιώσουμε την κοινωνική μας θέση (ζήλεια), ή μας επιτρέπει να διορθώσουμε μια κοινωνική απρέπεια (ντροπή).
Έχουμε μια λανθασμένη ιδέα για τα συναισθήματά μας. Είναι πολύ λογικά, είναι τα μέσα που μας βοηθούν να επιτυγχάνουμε κάθε στόχο που είναι σημαντικός για μας, εργαλεία με τα οποία ανιχνεύουμε το περιβάλλον ώστε να φτάσουμε στον προορισμό μας και να πετύχουμε τους στόχους μας. Εντοπίζουν τον κίνδυνο ή την ευκαιρία και προτείνουν τρόπους επιδιόρθωσης ζημίας ή κερδοφορίας. Είναι οδηγοί επιβίωσης χωρίς αυτά μάλιστα, θα είχαμε εξαφανιστεί .
ΤΑ ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΩΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΜΑΣ, ΑΛΛΑ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΗ ΜΑΣ ΔΙΑΘΕΣΗ.
Για να κατακτήσουμε μια ιδανική καθημερινότητα και ν’ αντέξουμε τις προκλήσεις της, είναι απαραίτητο να βιώσουμε όλο το εύρος των ψυχολογικών καταστάσεων που μας χαρακτηρίζουν ως ανθρώπινα όντα.
«Οι επιστήμονες της ευεξίας, έχουν ξεχάσει ότι ο κόσμος είναι ένα αβέβαιο, περίπλοκο μέρος, γεμάτο ενοχλητικούς κι εκνευριστικούς ανθρώπους» λέει ο Todd Kashdan ψυχολόγος στο πανεπιστήμιο George Mason και συν –συγγραφέας με τον Robert Biswas – Diener του “The upside of Your Dark Side” ( Τα πλεονεκτήματα της σκοτεινής σας πλευράς). Κατακτώντας τη δυνατότητα να βιώνουμε όλα μας τα αισθήματα μπορούμε να ζήσουμε καλύτερα με τον εαυτό μας και τους άλλους.
Θυμός
Μια πρώην κοπέλα μου, μου είπε κάποτε ότι δεν είχε καταλάβει πόσο πολύ νοιαζόμουν για εκείνη μέχρι που της έβαλα τις φωνές. Αυτή η παρατήρηση συμπύκνωσε δυο δεκαετίες έρευνας σχετικά με το πιο παρεξηγημένο μας αίσθημα. Ο θυμός μας πυροδοτείται όταν νιώθουμε ότι μας υποτιμούν. Μας παρακινεί να επαναπροσδιορίσουμε τη σημασία της ευζωίας όταν απειλούμε να βλάψουμε τους άλλους ή να τους στερήσουμε κάποια κεκτημένα αν δεν αποφασίσουν να επανεξετάσουν την αξία μας. Αυτό εξηγεί γιατί θυμώνουμε όταν κάποιος προσφέρεται να μας βοηθήσει όταν πιστεύουμε ότι δεν το χρειαζόμαστε πραγματικά. Παρά το γεγονός ότι δεν έχουν κακό σκοπό, μας έχουν υποτιμήσει.
Στην έρευνά του ο ψυχολόγος Aaron Sell εντόπισε ότι οι ισχυροί άντρες και οι όμορφες γυναίκες – εκείνοι δηλαδή, που μέσα στα χρόνια της εξέλιξης, έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν κακό ή να στερήσουν δικαιώματα – θυμώνουν πιο εύκολα από τους συνομήλικούς τους. «Το κύριο όφελος του θυμού σύμφωνα με τον Sell, είναι ότι μας εμποδίζει από το να γίνουμε αντικείμενο εκμετάλλευσης».
Αν γνωρίζεις τι αξίζεις και κάποιος βλέπει τα πράγματα διαφορετικά, θυμώνεις. Αυξάνονται οι καρδιακοί παλμοί, αρχίζεις να ιδρώνεις, σκέφτεσαι όλα τα πράγματα που θα μπορούσες να κάνεις για να διορθώσεις την άποψη του άλλου. Οι έννοιες της ασφάλειας, της ευγένειας και της πρακτικότητας, εξατμίζονται. Όταν είσαι πραγματικά εξαγριωμένος, δεν μπορείς να συγκρατήσεις τις αντιδράσεις του σώματός σου. Πολλές κουλτούρες χρησιμοποιούν μεταφορές για το θυμό που αφορούν σε καυτά υγρά μέσα σε δοχεία. Είσαι τσαγιέρα ή ηφαίστειο, έτοιμο να εκραγεί.
Ο θυμός μπορεί να μοιάζει ως η υπέρτατη απώλεια του ελέγχου των αισθημάτων, ίσως επειδή πυροδοτεί πράξεις τόσο αντίθετες από τις καθημερινές μας τις γεμάτες ευγένεια και φροντίδα. Αλλά «κάθε αίσθημα, όταν είναι πραγματικά έντονο, μας καταλαμβάνει εξ΄ ολοκλήρου» σημειώνει η Maya Tamir, καθηγήτρια Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο Hebrew της Ιερουσαλήμ.
Στην πραγματικότητα, ο εκνευρισμός για την απαξίωση που οδηγεί στο θυμό έχει συχνά θετική κατάληξη. Είναι ένα αξιόπιστο εργαλείο για να ανακτήσεις την υπεροχή σε διαπραγματεύσεις. Σίγουρα, ο θυμός που εξελίσσεται σε οργή μπορεί να χειροτερέψει την κατάσταση, αλλά η καταπίεση του αισθήματος της απαξίωσης μπορεί να οδηγήσει σε κατάθλιψη και προβλήματα υγείας. Ο θυμός μπορεί να λειτουργήσει ανασταλτικά για περαιτέρω επιδείνωση μιας κατάστασης, αφού μπορεί να αποτελέσει προειδοποίηση για την αποφυγή της κλιμάκωσης μιας επιθετικής συμπεριφοράς. Φωνάζω, υποχωρείς και όλα καλά.
Ο θυμός μπορεί να κινητοποιήσει τον οποιοδήποτε να αναλάβει δράση. Ενώ τα περισσότερα «αρνητικά» αισθήματα μας κάνουν παθητικούς – σκεφτείτε το φόβο για παράδειγμα- ο θυμός, απαιτεί κινητοποίηση. Ο θυμός εκτοξεύει στα ύψη την αυτοπεποίθηση, την αισιοδοξία και την ανάληψη ρίσκου, απαραίτητα στοιχεία όταν η εναλλακτική είναι να χάσουμε κάτι πολύτιμο για μας. Ο θυμός έχει τέτοια φήμη που σηματοδοτεί άμεσα τι προθέσεις και τις δυνατότητές μας. Αυτοί που εκδηλώνουν το θυμό τους θεωρούνται μάλιστα πιο επιτυχημένοι, περισσότερο ικανοί και αξιόπιστοι.
Ο τρόπος εκδήλωσης του θυμού διαφοροποιείται σημαντικά από κουλτούρα σε κουλτούρα. Η Tamir θυμάται ένα περιστατικό που συνέβη μόλις επέστρεψε στο Ισραήλ μετά τις σπουδές της στην Αμερική. Περίμενε πολύ ώρα σε μια ουρά για να βγάλει μια φωτογραφία για το καινούργιο δίπλωμα οδήγησής της. Τελικά κάποιος τη ρώτησε τι ήθελε και όταν του εξήγησε τη ρώτησε : «Ε, καλά, τότε γιατί δεν ήρθες να βάλεις μια φωνή;». Μην το δοκιμάσετε αυτό στην Ιαπωνία!
Από το αίσθημα του θυμού δεν επωφελείται μόνο το άτομο, αλλά και η κοινωνική πρόοδος. Κινητοποιεί τα κινήματα υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ισότητας των φύλων. Μπορεί να φέρει δικαιοσύνη, τόλμη και διαφάνεια. Χωρίς το θυμό οι μειονότητες και οι ευπαθείς ομάδες ενός πληθυσμού μπορεί να μην ακούγονταν ποτέ. Αν φιμώνεις πάντοτε το θυμό σου όταν ο σύντροφός σου κάνει κάτι που δεν σου αρέσει, το παράπονό σου μπορεί να μην έρθει ποτέ στο φως διαβρώνοντας αργά τη σχέση σου.
Αιδώς, Ενοχή, Ντροπή
Αρκετά χρόνια πριν, η Ilona de Hooge εργαζόταν ως επίκουρη καθηγήτρια Ψυχολογίας. «Πραγματικά πίστευα ότι τα πήγαινα πολύ καλά» λέει, «αλλά φαίνεται πως δεν ήταν έτσι, και τελικά απολύθηκα». Για ένα μήνα «αυτομαστιγωνόταν». «Ένιωθα πως δε μπορούσα να κάνω τίποτα σωστά, ότι ήμουν εντελώς άχρηστη. Παρ’ όλο που είχα αποτύχει μόνο σε έναν τομέα της ζωής μου, ένιωθα ότι ήμουν αποτυχημένη σε όλα.». Όμως μετά από λίγες εβδομάδες, η εμπειρία «με κινητοποίησε να βρω τη δουλειά στην οποία θα μπορούσα να επιτύχω». Αυτό είχε πολύ καλά αποτελέσματα. Η De Hooge είναι τώρα καθηγήτρια διαφήμισης στο πανεπιστήμιο Εrasmus, όπου μελετά την αιδώ, την ενοχή και τη ντροπή.
Οι άνθρωποι δε θα ήταν τόσο επιτυχημένοι, μπορεί μάλιστα και να μην επιβίωναν χωρίς την κοινωνική συνεκτικότητα. Η ζωή με τους άλλους επιτάσσει τη συναίνεση στους κοινωνικούς και τους ηθικούς κανόνες: Μην πέρδεστε δημοσίως. Μη στέλνετε ερωτικά μηνύματα στο κινητό των συνεργατών σας. Όταν παραβιάζεται ένας κανονισμός επιστρατεύουμε τρόπους να επανέλθουμε στην καθώς πρέπει συμπεριφορά. Κι έτσι η αιδώς, η ενοχή, η ντροπή μας κάνουν να αξιολογούμε και να αναλαμβάνουμε την ευθύνη της συμπεριφοράς και των πράξεών μας.
Αρχικά αισθανόμαστε δύσθυμοι. Η De Hooge λέει ότι αισθανόταν εντελώς άχρηστη μετά την απόλυσή της, συναίσθημα που σχετίζεται στενά με τη ντροπή. Η αμηχανία αντίθετα, δεν μας επηρεάζει τόσο βαθιά. Όταν κάποτε η De Hooge έπεσε από το ποδήλατό της και έσπασε το χέρι της σκέφτηκε «έκανα κάτι ηλίθιο και όλοι με κοιτάζουν τώρα». Δεν ένιωσε κάποιο αίσθημα ντροπής, αλλά σίγουρα ένιωσε χαζή που έκανε ένα τέτοιο λάθος. Μετά την άρθρωση κάποιου κακότροπου σχολίου, ορκιζόμαστε ότι δε θα το ξανακάνουμε. Η εμπειρία και η πιθανότητα επερχόμενου ψυχικού πόνου δρουν ανασταλτικά στην υιοθέτηση ανόητης ή αγενούς συμπεριφοράς.
Η αμηχανία της ντροπής και ειδικά η αιδώς μάς στρέφουν στην ενδοσκόπηση, προκειμένου να διαπιστώσουμε τι μας οδήγησε σ’ αυτή την κατάσταση και τι ακριβώς είναι αυτό που χρειάζεται να επιδιορθώσουμε μέσα μας. «Οι άνθρωποι μαθαίνουν από τα λάθη τους, αφού πρωτίστως έχουν αναγνωρίσει ότι κάτι έχει πάει στραβά», λέει η De Hooge.
Τα συναισθήματα αποτελούν κίνητρο για να προβούμε σε επανορθωτικές κινήσεις.Όταν αισθανόμαστε αμηχανία, ενοχή ή ντροπή, προσπαθούμε να επιδιορθώσουμε αυτό που χάλασε, αλλάζοντας τη συμπεριφορά μας, ή προσφέροντας βοήθεια στους άλλους. Σύμφωνα με έρευνες, έτσι γινόμαστε περισσότερο γενναιόδωροι και συνεργάσιμοι, ακόμα και με αγνώστους. Οι εγκληματίες που νιώθουν ενοχές είναι λιγότερο πιθανό να ξαναβρεθούν στη φυλακή. Οι ασθενείς που αισθάνονται ντροπή κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στο γιατρό μπορεί να βελτιώσουν τις συνήθειες που αφορούν στην υγεία τους. Οι σύζυγοι που ξέρουν ότι έσφαλλαν αγοράζουν λουλούδια.
Ακούσια κοκκινίζουμε όταν ερχόμαστε σε αμηχανία και καταρρέουμε από ντροπή. Αυτές είναι ενδείξεις ευαλωτότητας και υποχωρητικότητας και εξυπηρετούν καλό σκοπό. Σας κάνουν αξιαγάπητους στους άλλους σύμφωνα με τον Dacher Keltner, καθηγητή Ψυχολογίας στο Berkeley, πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια. Μετά από κάποιο στραβοπάτημα, η έκφραση αμηχανίας, ντροπής, ή ενοχής κάνει τους ανθρώπους να σας συμπαθούν περισσότερο. Σας αντιμετωπίζουν ως περισσότερο ηθικούς, συμπάσχουν μαζί σας και σας προσφέρουν περισσότερη βοήθεια. Αν δεν εκφράσετε κάποιο αίσθημα, οι άλλοι είτε θα θεωρήσουν ότι δεν κατανοήσατε ότι παραβιάσατε κάποιο κανόνα ή ότι δε σας ενδιαφέρει και κανένα από τα δυο δε θα σας κάνει δημοφιλή. Το αμήχανο κοκκίνισμα «είναι μια σιωπηλή απολογία», λέει ο Keltner, «που μειώνει την πιθανότητα να σας επιτεθούν ή να σας κρίνουν πολύ αυστηρά». Είναι μια αυθεντική αντίδραση, χαρακτηριστική του ανθρώπινου είδους που μας ακολουθεί εξελικτικά ως αποδεικτικό της ευπρεπούς συμπεριφοράς.
Όμως η αμηχανία δεν εμφανίζεται μόνο όταν κάνουμε κάποιο λάθος. Εμφανίζεται όταν φλερτάρουμε, όταν συναντούμε έναν διάσημο, ή όταν μας τραγουδούν το τραγούδι των γενεθλίων. Η προσοχή που ελκύουμε άθελά μας ή η έλλειψη κάποιου συγκεκριμένου κοινωνικού πλαισίου, μπορεί να προκαλέσει αμηχανία που αποθαρρύνει τη σκληρή κριτική από τους άλλους και δημιουργεί ένα μη απειλητικό περιβάλλον.
Αισθανόμαστε ντροπή όταν ντρεπόμαστε και αισθανόμαστε αμηχανία που ήρθαμε σε αμηχανία (αυτά τα συναισθήματα είναι αυτοτροφοδοτούμενα) αλλά με αυτόν τον τρόπο καταφέρνουμε να συμβιώνουμε με τους άλλους. Χωρίς αυτά δε θα μπορούσαμε να εμπιστευτούμε κανένα, ούτε τον ίδιο μας τον εαυτό.
Φθόνος και Ζήλεια
O Niels van de Ven, κοινωνικός ψυχολόγος, θυμάται την εποχή που ως παιδί έπαιζε μπέιζμπολ. «Ένας συμπαίκτης μου – που συμπαθούσα αρκετά- ήταν πάντα καλύτερος χίτερ», λέει ο Van de Ven, «κάτι που είναι πολύ εκνευριστικό όταν παίζεις ένα σπορ σαν το μπέιζμπολ, όπου το ποιος είναι ο καλύτερος διαπιστώνεται άμεσα από τα στατιστικά». Ο De Ven ενοχλούνταν με κάτι που είχε ο φίλος του, αλλά ο ίδιος δεν διέθετε, όμως δε θα ήθελε να του στερήσει αυτή την ικανότητα. Έτσι προπονούνταν όλο και περισσότερο. Εξασκούσε το χτύπημά του την ώρα που θα έπρεπε να κοιμάται. «Κάποια στιγμή χτύπησα με το μπαστούνι τόσο δυνατά το κρεβάτι μου που έσπασα το κεφαλάρι», θυμάται ο De Ven. Έγινε καλύτερος.
Μεγάλο μέρος της επιτυχίας των ανθρώπων σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας μας -κοινωνικής, συναισθηματικής, οικονομικής- εξαρτάται από την κοινωνική μας θέση και τις δεξιότητές μας μέσα στην ομάδα. Δε χρειάζεται να τρέξετε πιο γρήγορα από την αρκούδα, απλά πιο γρήγορα από τους φίλους σας. Η ευτυχία σας επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τη σύγκρισή σας τους άλλους. Δε χρειάζεται να είστε οι πιο έξυπνοι ή οι πιο πλούσιοι απλά εξυπνότεροι και πλουσιότεροι από τους γείτονές σας. Η δυσάρεστη αίσθηση του να είσαι φτωχότερος από τους γύρω σου μπορεί να περιλαμβάνει εχθρότητα, ντροπή και απογοήτευση και μαζί να συνθέτουν το συναίσθημα του φθόνου.
Ο φθόνος μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες αλλά και οφέλη. Προκειμένου να μειώσουμε ή να αντιστρέψουμε το αίσθημα της κατωτερότητας, ο φθόνος μας κινητοποιεί να βελτιώσουμε την κοινωνική μας θέση ή να μειώσουμε τη θέση των άλλων. Ο αλάνθαστος τρόπος να βελτιώσουμε τη θέση μας είναι να γίνουμε πιο επιτυχημένοι. Ο Van de Ven, ψυχολόγος κι ερευνητής στο πανεπιστήμιο του Tilburg, ανακάλυψε ότι το αίσθημα του φθόνου μπορούσε να πυροδοτήσει την επιμονή και τη δημιουργικότητα των συμμετεχόντων σε ένα πείραμα ώστε να ολοκληρώσουν μια δραστηριότητα, περισσότερο από το αίσθημα του θαυμασμού. Ο θαυμασμός αναμφίβολα, μας κάνει να νιώσουμε καλύτερα στιγμιαία, αλλά το κέντρισμα του φθόνου είναι το καύσιμο για να επιτύχουμε στο μέλλον. Επίσης, μπορούμε να γίνουμε περισσότερο επιτυχημένοι μιμούμενοι το άτομο που φθονούμε. Ο φθόνος μάς κάνει αξιοθαύμαστους και αξιομνημόνευτους στους όμοφυλους και συνομήλικους μας.
Αυτό που αισθανόταν ο Van de Ven ήταν ένα είδος καλοπροαίρετου φθόνου: Αναγνώριζε ότι ο φίλος του ήταν ακριβοδίκαια καλύτερος και εστίασε στο τι χρειαζόταν να κάνει για να φτάσει κι κείνος σε αυτό το σημείο. Αλλά όταν κάποιος έχει κάτι που πιστεύεις ότι δεν του αξίζει, βιώνεις το αίσθημα του κακοπροαίρετου φθόνου, «μια πικρή δυσαρέσκεια που περιλαμβάνει εχθρότητα προς το άτομο που φθονείς ενόσω νιώθεις κατώτερος και “λιγότερος”», λέει ο ψυχολόγος Gerrod Parrott του πανεπιστημίου Georgetown και εκδότης του συλλογικού έργου «The Positive Side of Negative Emotion». Πραγματικά δυσάρεστο. Διαισθάνεσαι την αδικία και θέλεις να νικήσεις τον ανταγωνισμό.
Ενώ ο καλοπροαίρετος φθόνος είναι στην πραγματικότητα μια δύναμη δημιουργίας, ο κακοπροαίρετος φθόνος είναι καταστροφικός – παρ’ όλο που μπορεί να είναι καλός αν κάποιος άχρηστος χρειάζεται να καταστραφεί. Η αυξημένη συγκέντρωση σε έναν ανταγωνιστή σου επιτρέπει να μάθεις από αυτόν και να επικρατήσεις έναντι κάποιου που πέτυχε χωρίς να το αξίζει, εντοπίζοντας τα ελαττώματα και τα λάθη του μπορείς να τα εκμεταλλευτείς εναντίον του.
Ο φθόνος συχνά συγχέεται με τη ζήλεια, αλλά τα δυο αισθήματα διαφέρουν σημαντικά ως ψυχολογικές καταστάσεις. Ο φθόνος είναι μια λαχτάρα για κάτι που έχει κάποιος. Η ζήλεια έρχεται στην επιφάνεια όταν κάποιος τρίτος απειλεί μια πολύτιμη σχέση. Όπως και ο φθόνος, η ζήλεια μπορεί να γίνει καταστροφική, αλλά ως απάντηση σε μια προδοσία μπορεί να είναι οδηγός επιβίωσης. Η αγωνία κάποιου που αισθάνεται παραγκωνισμένος και ο φόβος της εγκατάλειψης αναγκάζει τα ζευγάρια να εξετάσουν και να επιδιορθώσουν τη σχέση τους, ώστε να παραμείνει ένας προστατευμένος χώρος όπου ανατρέφονται παιδιά και διαιωνίζεται το είδος.
Φόβος και Άγχος
Ένα βράδυ γύρω στις δέκα, η 30χρονη Samantha (αυτό δεν είναι το αληθινό της όνομα) περπατούσε προς το σπίτι της, μόνη, όταν καθώς περνούσε από ένα πάρκο όπου ένας άντρας της φώναξε να πλησιάσει. Καθώς έκανε κάποια βήματα προς εκείνον, την άρπαξε και καθώς πίεζε ένα μαχαίρι στο λαιμό της φώναξε, «Θα σε μαχαιρώσω, σκύλα!». Όπως αφηγήθηκε σ’ έναν ερευνητή η Samantha, αντί να πανικοβληθεί, τον κοίταξε μέσα στα μάτια και σχολιάζοντας την εκκλησιαστική μουσική που ακουγόταν από μια κοντινή εκκλησία, του είπε «Αν είναι να με σκοτώσεις θα πρέπει να παλέψεις τους αγγέλους του Θεού μου». Την άφησε να φύγει.
Η Samantha έχει μια σπάνια διαταραχή που έχει καταστρέψει την αμυγδαλή στον εγκέφαλό της, γεγονός που την καθιστά ανίκανη να νιώσει φόβο. Ως αποτέλεσμα, έχει αντιμετωπίσει πολυάριθμες απειλητικές για τη ζωή καταστάσεις, ατρόμητη. Μπορεί να σας φαίνεται ότι η αδυναμία της να νιώσει φόβο την έχει κρατήσει ζωντανή, αλλά σκεφτείτε ότι ακριβώς αυτή η αδυναμία μπορεί να την έχει φέρει αντιμέτωπη με αυτές τις καταστάσεις.
Ο φόβος είναι ο προστάτης μας, μια κατάλληλη αντίδραση σε απειλητικές ενδείξεις που αυξάνει την εγρήγορσή μας και προετοιμάζει το σώμα ώστε να ξεφύγει από τον κίνδυνο. Περιστασιακά οι άνθρωποι πλημμυρίζουν από το αίσθημα του φόβου και είτε αντιδρούν σπασμωδικά ή παραλύουν, αλλά συχνότερα τα γουρλωμένα μάτια και τα ανοικτά ρουθούνια είναι ενδείξεις αισθήματος φόβου και συμβαίνουν για να επιτρέψουν στο άτομο να συλλέξει περισσότερες πληροφορίες από το περιβάλλον του. Έτσι εξηγείται η επιθυμία κάποιων συμμετεχόντων σε ένα πείραμα ν’ ακούν τρομακτική μουσική ενώ έπαιζαν βιντεοπαιχνίδια στα οποία έπρεπε να αποφύγουν εχθρούς και εξωγήινους.
Ο φόβος ενεργοποιεί πολύ ρεαλιστικά σενάρια του τι μπορεί να πάει λάθος και πώς ν’ αποφύγουμε την τρομακτική κατάσταση. Να τρέξουμε; Να παλέψουμε; Να υποκριθούμε ότι είμαστε νεκροί; Τα μάτια στενεύουν, η καρδιά χτυπάει γρήγορα και δυνατά και οι αισθήσεις οξύνονται. Οτιδήποτε δεν σχετίζεται με την ασφάλειά μας εκείνη τη στιγμή, ξεθωριάζει.
Ενώ η αντίδραση στο φόβο είναι αυτοματοποιημένη, εδράζεται βαθιά στον εγκέφαλο και έχει διατηρηθεί στα είδη κατά τη διάρκεια της εξέλιξης, πολλοί εξειδικευμένοι φόβοι είναι επίκτητοι. Τα παιδιά, για παράδειγμα, πρέπει να διδαχθούν να αποφεύγουν την εξοικείωση με τις πρίζες.
Δεν είναι όλες οι απειλές θανάσιμες, μερικές απλά αποτελούν πλήγμα στην καλή σας φήμη. Οι φόβοι για πιθανή κοινωνική απομόνωση ή αποδοκιμασία είναι καλό που υπάρχουν, γιατί χάρη σε αυτούς ασχολούμαστε τόσο με τους καλούς τρόπους και την ηθική συμπεριφορά. Αποφεύγουμε να εκνευρίσουμε το αφεντικό μας και να έρθουμε σε αμηχανία. Αν δεν είχατε ποτέ έναν εφιάλτη ότι πήγατε γυμνός στο σχολείο, τότε δεν ξέρω αν σχετίζεστε με την ανθρώπινη φυλή.
Χωρίς το φόβο, γινόμαστε αδικαιολόγητα τυχοδιώκτες. Υπάρχουν κάποιες καταστάσεις που από μόνες τους, αμβλύνουν την ικανότητά μας να αξιολογήσουμε τον κίνδυνο –να έχουμε καταναλώσει αλκοόλ, να είμαστε σε θέση εξουσίας ή να είμαστε έφηβοι. Η αδικαιολόγητη ανάληψη ρίσκου μπορεί να σημαίνει από το να έχουμε μια σεξουαλική επαφή χωρίς προστασία έως το να οδηγηθούμε σε οικονομικό αδιέξοδο. Κάποιες φορές, δε μας φοβίζουν πράγματα όπως για παράδειγμα η κλιματική αλλαγή, γιατί οι συνέπειες δεν είναι αρκετά ορατές και σαφείς.
Όταν φοβόμαστε ότι δε μπορούμε να αντιμετωπίσουμε ευθέως την απειλή ή ακόμα και να την αναγνωρίσουμε, ο φόβος γίνεται άγχος. Κινητοποιώντας την ανάγκη συλλογής πληροφοριών, το άγχος στην πραγματικότητα βελτιώνει την απόδοση των ευφυών ανθρώπων (που έχουν τη δυνατότητα να το επεξεργαστούν), στη δουλειά ή στο σχολείο. Κάνει τους ανθρώπους να είναι σε εγρήγορση, ενεργητικοί. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι το άγχος όχι μόνο προστατεύει τη ζωή μας, αλλά είναι απαραίτητο σε κάθε περίσταση που απαιτεί προσοχή και αυτό-πειθαρχία.
Το άγχος για τον τρόπο που διάγουμε το βίο μας μπορεί να μας υποδείξει τρόπους με τους οποίους δεν είμαστε αυθεντικοί, τρόπους με τους οποίους οι πράξεις μας δεν ευθυγραμμίζονται με τις αληθινές μας επιθυμίες. Το άγχος είναι ένας επιδιορθωτικός μηχανισμός που μας επαναφέρει πίσω στον εαυτό μας.
Μεταμέλεια και Απογοήτευση
O Ted Ligety πήγε στο Vancouver το 2010 ως φαβορί να κερδίσει ένα ολυμπιακό μετάλλιο στο αλπικό σκι στην υπεργιγαντιαία κατάβαση. Έφυγε με άδεια χέρια. «Μετά τον αγώνα κατάλαβα ότι έχασα χρόνο κατεβαίνοντας την πλαγιά», είπε αργότερα. «Αυτό ήταν ένα βαθύ αίσθημα απογοήτευσης, αλλά με βοήθησε πολύ ν’ αλλάξω τη νοοτροπία μου». Πίεσε τον εαυτό του περισσότερο και τέσσερα χρόνια αργότερα κέρδισε το χρυσό.
Η μεταμέλεια κάνει την εμφάνισή της όταν αναρωτιόμαστε «τι θα γινόταν αν είχαμε κάνει κάτι λίγο διαφορετικά». Έχει τη βάση του σε παράλογες σκέψεις, στο συλλογισμό πάνω σε εναλλακτικές μορφές της πραγματικότητας. Αυτές οι παράλογες σκέψεις μάς βοηθούν ν’ αναλύσουμε το παρελθόν και το μέλλον, ώστε να κατανοήσουμε την αιτιότητα : «Αν δεν είχα κάνει το Α θα είχε συμβεί το Β», «Αν κάνω το Χ, θα συμβεί το Ψ». Έτσι αποκτούμε εμπειρία και μαθαίνουμε να προγραμματίζουμε.
Το να κάνουμε λάθη είναι μια εξαιρετικά εκπαιδευτική ευκαιρία κι έτσι τα αισθήματά μας επιμένουν όταν κάνουμε λάθος, προσθέτοντας τη μεταμέλεια στην ήδη επιβαρυμένη περίσταση. «Πώς μπόρεσα να το κάνω αυτό;» αναρωτιέσαι, «Φέρθηκα τόσο ανόητα! Αν ήξερα τότε αυτά που γνωρίζω σήμερα». Εξελιχθήκαμε αναγνωρίζοντας τα λάθη μας συχνά με κάθε επώδυνη λεπτομέρεια. Υπάρχει λόγος που μας κλωτσάμε όταν έχουμε ήδη πέσει. Οι έρευνες δείχνουν ότι καθώς η μεταμέλεια κάνει τα λάθη μας περισσότερο επώδυνα, γίνονται περισσότερο αξιομνημόνευτα κι έτσι αποφασίζουμε πιο σθεναρά ν’ αλλάξουμε πορεία. Η μεταμέλεια είναι ίσως, το πιο συνηθισμένο αρνητικό αίσθημα, που καλύπτει κάθε περίσταση από την επιλογή ερωτικού συντρόφου έως την επιλογή ουράς στο σούπερ μάρκετ.
Ο Todd Kashdan θυμάται ακόμα την ευκαιρία που είχε να πάρει ένα μάθημα του Carl Sagan στο πανεπιστήμιο. Είχε προγραμματίσει μια συνάντηση με τον αστρονόμο για να τον δεχτεί στο μάθημά του, αλλά ντρεπόταν τόσο να τον συναντήσει που τελικά δεν πήγε. «Ντρέπομαι που άφησα το άγχος μου να μου στερήσει μια τόσο όμορφη εμπειρία», λέει. «Είναι η λυδία λίθος που μου έρχεται στο νου όταν έρχομαι αντιμέτωπος με το άγχος του να συστηθώ σε κάποιον».
Η μεταμέλεια συνοδεύεται από ένα ακόμα αίσθημα που μας κρατάει μακριά από μπελάδες: τις τύψεις. Όταν δε μας παραλύουν, ο φόβος των τύψεων μας ωθεί ν’ αγοράζουμε προφυλακτικά, να πίνουμε λιγότερο αλκοόλ και να τρώμε πιο υγιεινά, όπως μας δείχνουν οι έρευνες.
Η μεταμέλεια μας κινητοποιεί επίσης να διορθώσουμε οποιαδήποτε ζημιά έχουμε κάνει ανεξάρτητα από το αν αυτό αφορά την επιστροφή μιας απερίσκεπτης αγοράς ή το να ζητήσουμε συγγνώμη σε ένα φίλο. Αυτό ακριβώς το στοιχείο της επανόρθωσης διακρίνει τη μεταμέλεια από την απογοήτευση η οποία μας οδηγεί να εγκαταλείψουμε ένα στόχο. Η μεταμέλεια έρχεται στην επιφάνεια όταν ένα αποτέλεσμα είναι χειρότερο από αυτό που περιμέναμε και αφορά στην προσωπική μας ευθύνη σε σχέση με αυτό. Η απογοήτευση αναδύεται όταν αισθανόμαστε ανήμποροι για την κακή έκβαση ενός γεγονότος. Παρ’ όλο που η απογοήτευση είναι δυσάρεστη, έχει και αυτή τη χρησιμότητά της. Για παράδειγμα βάζει τέρμα σε μια ανέφικτη επιθυμία, ελκύει τη συμπάθεια και την υποστήριξη των άλλων. Ως αποτέλεσμα, οι άλλοι γίνονται περισσότερο υποστηρικτικοί.
Η έκφραση της μεταμέλειας φέρνει τους ανθρώπους πιο κοντά. Το μοίρασμα των τύψεών μας μπορεί να μας κάνει να φαινόμαστε περισσότερο ταπεινοί –άλλωστε όλοι κάνουμε λάθη-, ευάλωτοι και υπεύθυνοι για τις συνέπειες των πράξεών μας.
Οι ψυχολόγοι Laura King και Joshua Hicks, πιστεύουν ότι η μεταμέλεια είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη της προσωπικότητας. Οι άνθρωποι που σκέφτονται στοχάζονται πάνω στις εκδοχές του εαυτού τους που δεν έγιναν πραγματικότητα έχουν περισσότερο ώριμες και περίπλοκες προσωπικότητες: είναι περισσότεροι ανθεκτικοί στην αβεβαιότητα, βιώνουν κάθε λεπτή απόχρωση των αισθημάτων τους, έχουν ενσυναίσθηση, είναι ανοικτοί σε νέες εμπειρίες και διατηρούν ισχυρούς δεσμούς με άλλους ανθρώπους. Η αναγνώριση της ήττας μάς διδάσκει να εγκαταλείπουμε παλιούς στόχους και να θέτουμε καινούργιους. Η μεταμέλεια μπορεί μακροχρόνια να οδηγήσει σε ένα πιο ολοκληρωμένο σχέδιο για ευτυχία, πιο ανθεκτικό και περίπλοκο.
Σύγχυση, Εκνευρισμός, Ανία
Όταν ο Sidney D’Mello ψυχολόγος στο Notre Dame, εκπαιδευόταν στον προγραμματισμό ηλεκτρονικών υπολογιστών, έγραφε ένα πρόγραμμα, το έτρεχε και στην οθόνη εμφανιζόταν άμεσα ένα μήνυμα βλάβης. Ενώ όλα έδειχναν μια χαρά, κάτι δεν δούλευε. Η εμφάνιση νέων πληροφοριών που δεν ταιριάζουν με τις παλιότερες – ένα μήνυμα βλάβης όταν δεν περιμένεις κάτι τέτοιο- προκαλεί έκπληξη και εάν η ασυμφωνία επιμείνει προκαλεί σύγχυση. Ο κόσμος γίνεται ένα παράξενο, ανησυχητικό μέρος όπου η αντίληψη και η λογική δεν είναι αρκετά αξιόπιστες. Το σύμπαν καταρρέει.
Όμως η σύγχυση μπορεί να γίνει παραγωγική, να μας εξαναγκάσει να ξανακολλήσουμε μεθοδικά τα κομματάκια του σύμπαντός μας. O D’ Mello κατέγραψε νοερά ένα μοντέλο του προγράμματός του και το δοκίμασε ξανά και ξανά για να διαπιστώσει αν υπήρχε κάποιο πρόβλημα στην τροφοδοσία και στην επικοινωνία όλων των μερών του υπολογιστή. « Αυτή η πλούσια διαδικασία, η αφηρημένη σκέψη, οι δοκιμές και η παρακολούθηση του τρόπου που δουλεύει ένα περίπλοκο σύστημα», λέει ο D’ Mello, είναι η ουσία κάθε μεθόδου εκπαίδευσης.
Ο D’Mello ερευνά τώρα τον τρόπο με τον οποίο οι φοιτητές προσεγγίζουν την επιστημονική σκέψη. Η δυσθυμία που προκαλεί η σύγχυση είναι το καύσιμο για την επίλυση προβλημάτων. Οι ερευνητές στον τομέα της εκπαίδευσης μιλούν για «καλοδεχούμενες δυσκολίες» που αναγκάζουν τους φοιτητές να ασχοληθούν με το εκπαιδευτικό υλικό και την διαδικασία πληροφόρησης σε βάθος. Οι στόχοι των δασκάλων, γράφει ο D’ Mello, θα έπρεπε να είναι να εντοπίσουν τις «ζώνες της δημιουργικής σύγχυσης».
Όταν η σύγχυση επιμένει, εκνευριζόμαστε τόσο, που καμιά φορά θυμώνουμε. Πιο συγκεκριμένα, η σύγχυση, ο εκνευρισμός και ο θυμός προκαλούν το ανασήκωμα των φρυδιών, που είναι ένδειξη ενός εμποδίου μπροστά από το στόχο. Ο εκνευρισμός σε κινητοποιεί να προσπαθήσεις περισσότερο, να σκεφτείς βαθύτερα, να παλέψεις για να επιλύσεις τις ασυμβατότητες.
Αν συνεχίσεις να προσπαθείς αλλά δεν έχεις αποτέλεσμα, αρχίζει η ανία. Η ανία σε αναγκάζει να αναζητάς πιο ενδιαφέροντα προβλήματα. Η ανία είναι τόσο ενοχλητική που οι άνθρωποι προτιμούν ένα ηλεκτροσόκ από το να μείνουν μόνοι με τις σκέψεις τους για ένα τέταρτο της ώρας. Αν δεν έχετε μια μπαταρία αυτοκινήτου, έτοιμη για χρήση, μπορείτε να ονειροπολήσετε ή να σκεφτείτε μια καινούργια πρόκληση. Κάπως έτσι γεννούνται οι μεγάλες ιδέες.
Θλίψη και Πένθος
Το 1995 η Jane και ο Flicka Rodman περιηγούνταν στο μονοπάτι από τον Καναδά στο Μεξικό. Δυο χιλιάδες μίλια από την εκκίνηση του ταξιδιού τους, το ζευγάρι ακολούθησε μια παρακαμπτήρια οδό για να συναντήσει κάποιους φίλους. Ένας οδηγός βγήκε εκτός πορείας και σκότωσε και τους δυο. Η μητέρα του Flick, η Barbara Perry διοχέτευσε το ανείπωτο πένθος της σε δυο κατευθύνσεις. Ίδρυσε τον οργανισμό «Jane and Flicka Fund for the Pacific Crest Trail Association» και οργάνωσε ένα ετήσιο δεκαπενθήμερο ταξίδι στο οποίο εκείνη και οι φίλοι του ζευγαριού ακολούθησαν το μονοπάτι. Κάθε βράδυ γύρω από τη φωτιά της κατασκήνωσης, η Barbara διάβαζε αποσπάσματα από το ημερολόγιο του Flicka που αφορούσαν στο κομμάτι της διαδρομής που είχαν μόλις καλύψει. Το κλάμα και το γέλιο εναλλάσσονταν μιας και ο Flicka ως φοιτητής ιατρικής είχε λεπτομερείς αναφορές στις αφοδεύσεις του.
Η αποτυχία να βιωθεί η θλίψη και ο θυμός μετά από μια τέτοια τραγωδία, είναι αδιανόητη. Η Barbara δε θα είχε ιδρύσει τον οργανισμό που ίδρυσε, για μια δραστηριότητα που αγαπούσε πολύ το παιδί της και δε θα είχε συγκεντρώσει τους φίλους του γιου της. «Ειδικά όταν υπάρχει μια τόσο αδιανόητη απώλεια», λέει η Barbara, «είναι αναγκαίο να βγει κάτι θετικό από αυτό».
Η θλίψη είναι η αντίδραση σε μια αληθινή ή πιθανή απώλεια και σηματοδοτεί την ανάγκη αποκατάστασης. Ως αποτέλεσμα, κινητοποιεί την αλλαγή και διαφορετικά είδη λύπης προκαλούν διαφορετικά είδη αποκατάστασης. Σε μια μελέτη, οι συμμετέχοντες φαντάστηκαν ότι έχαναν ένα αγαπημένο από καρκίνο, ότι αποτύγχαναν σε έναν σημαντικό στόχο, ή απλά ότι πήγαιναν για ψώνια και μετά έκαναν μια λίστα των πραγμάτων που θα ήθελαν να κάνουν. Εκείνοι που ένιωσαν την απώλεια μιας σχέσης επέλεξαν πιο κοινωνικές δραστηριότητες και εκείνοι που ένιωσαν αποτυχημένοι στράφηκαν σε επαγγελματικές δραστηριότητες. Ο πόνος μας ωθεί να επανορθώσουμε.
Η θλίψη μας κάνει περισσότερο λογικούς και ενθαρρύνει την πρακτική σκέψη. Μειώνει την αφέλεια, την αφηρημάδα και την ευπείθεια στα στερεότυπα. Μας στρέφει στην υπακοή στις κοινωνικές νόρμες, αυξάνει την ευγένεια και την ευθυκρισία. Αντίθετα, η ευτυχία μπορεί να συνδυάζεται με επιφανειακή σκέψη, ύβρη και ανάληψη ρίσκου. Η αποδοχή των αρνητικών συναισθημάτων όπως η θλίψη, μπορεί παραδόξως να μειώσει την κατάθλιψη, γιατί σημαίνει ότι δεν ενοχοποιεί τους ανθρώπους που αισθάνονται άσχημα.
Η θλίψη επίσης λειτουργεί ως σήμα για την παροχή βοήθειας από τους άλλους. Το κλάμα, σύμφωνα με κάποιους επιστήμονες είναι ξεκάθαρος δείκτης της θλίψης. Η κατάθλιψη, – η κατάσταση παρατεταμένης θλίψης και ανημποριάς- αντιμετωπίζεται σήμερα ως διαταραχή. Ωστόσο μπορεί να είναι μια υγιής αντίδραση σε δύσκολες καταστάσεις της ζωής. Πιθανόν να έχει εξελιχθεί σε μέσο απόσυρσης των ανθρώπων από περισπασμούς, ώστε να συγκεντρωθούν στο περίπλοκο πρόβλημα που τους καταβάλλει.
Αν προσπαθήσουμε να αποφύγουμε τη θλίψη ή το θυμό, την σύγχυση ή την ανία, εμποδίζουμε την ανάπτυξη και τη λειτουργικότητά μας και αποξενωνόμαστε από την πλήρη βίωση της ανθρώπινης εμπειρίας. «Παρ΄ όλο που κανείς δεν επιζητεί τη θλίψη, λέει η Barbara, «είναι μια από τις πιο μεταμορφωτικές εμπειρίες που θα έχετε ποτέ, ως ανθρώπινα όντα».
Ανακαλώντας την απόγνωση που ένιωσε όταν έχασε το γιο της, η Barbara μας λέει: «Πρέπει να βρεις τα πατήματά σου όπου μπορείς, ακόμα και αν αυτά βρίσκονται στην άκρη του γκρεμού», και γελάει.
Επιμέλεια–Μετάφραση: Ελεάνα Πανδιά, Επικοινωνιολόγος, MA, υπ. διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου
Συγγραφέας: Matthew Hutson
Πηγή: www.psychografimata.com